Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Απόψεις για την χρηματοοικονομική, και όχι μόνο, κρίση που πλήττει τη χώρα.




Τον τελευταίο καιρό, με  αφορμή την χρηματοοικονομική  κρίση και τα τεκταινόμενα εξαιτίας της σε εθνικό,  ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο,   ένας διάχυτος λαϊκισμός τείνει να διαπεράσει τα πάντα  και να γίνει αναπόσπαστο μέρος του δημόσιου λόγου.
Έτσι η Δημοτική Αρχή του Δήμου μας αφού πρώτα φόρτωσε-επικαλούμενη τις ίδιες με την κυβέρνηση δικαιολογίες- με πρόσθετα οικονομικά βάρη τους δημότες μας (τέλη καθαριότητας ,τ.α.π., ύδρευσης κλπ), προφανώς  για να διασκεδάσει την έντονη δυσφορία του κόσμου ύστερα από  τις τελευταίες αυξήσεις στην ύδρευση κλπ, έφερε πρόσφατα  στο Δ.Σ. πρόταση του Δημάρχου (και μάλιστα με την μορφή του κατεπείγοντος -εκτός ημερησίας δηλ. διάταξης) προκειμένου  να εκφραστεί η αλληλεγγύη του σώματος, με ψήφισμα, προς όλους εκείνους που είτε πληρώνουν ήδη είτε θα κληθούν να πληρώσουν  «τον λογαριασμό».
Η παράταξη μας διαχωρίζοντας πλήρως τη θέση της από τις τακτικές λαϊκισμού της πλειοψηφίας του Δημοτικού Συμβούλιου ,επιχειρεί με την παρούσα ανακοίνωση της και να ενημερώσει υπεύθυνα και να καταγγείλει ταυτόχρονα, ότι και όσα ενοχλούν και εξοργίζουν τους μη έχοντες και κατέχοντες και βέβαια τους μη προνομιούχους  δημότες μας και τους  Έλληνες αλλά και γιατί  όχι τους ευρισκόμενους στην ίδια δυσχερή θέση  Ευρωπαίους και   πολίτες όλου του κόσμου, με το δικό της υπεύθυνο λόγο, στο ψήφισμα που ακολουθεί.

Αγαπητές συνδημότισσες, αγαπητοί συνδημότες, Φίλες και Φίλοι
H παγκόσμια οικονομία βιώνει εδώ και 2 ½  περίπου χρόνια τη μεγαλύτερη κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Το μόνο συγκρίσιμο προηγούμενο ήταν το πετρελαϊκό σοκ   της περιόδου 1973-74, το οποίο όπως είναι γνωστό επαναλήφθηκε σε μικρότερο βαθμό και ένταση το 1979.
 Σήμερα, η κατάσταση είναι όμως εντελώς διαφορετική. Η παγκόσμια ζήτηση υπέστη κατά τη διάρκεια της κρίσης αυτής μεγάλες απώλειες και εκ του λόγου αυτού η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει-αν ανακάμπτει- με αργούς και αβέβαιους ρυθμούς.
 Παρά  και την ως ένα βαθμό συντονισμένη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, δεν διαφαίνεται επάνοδος σε ομαλά επίπεδα δραστηριότητας, ιδιαίτερα στις προηγμένες χώρες, σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται και να αποκτά χαρακτηριστικά χρόνιου προβλήματος.


 Όλοι συμφωνούν πως οι αιτίες της κρίσης, οφείλονται κυρίως στις λειτουργικές αρρυθμίες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού  συστήματος και στις μεγάλες ανισορροπίες ιδίως των εμπορικών ισοζυγίων των οικονομικών υπερδυνάμεων( ΗΠΑ – Κίνα κλπ), οι οποίες ως σήμερα τουλάχιστον  δεν φαίνεται να αντιμετωπίζονται με αποτελεσματικό τρόπο.


 Το δημόσιο χρέος των προηγμένων χωρών έχει ήδη αυξηθεί υπέρμετρα, καθιστώντας αναγκαία την εφαρμογή αυστηρών περιοριστικών πολιτικών, οι οποίες όμως επιδρούν  με τη σειρά τους αρνητικά στους ρυθμούς ανάκαμψης.
 Μέσα σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον και τις από κάθε άποψη αβέβαιες   προοπτικές του, η θέση της Ελλάδας επιβαρύνεται με πρόσθετα προβλήματα. Καταρχήν, η χώρα μας είναι αντιμέτωπη με μια δημοσιονομική κρίση, οι διαστάσεις της οποίας ξεπερνούν κατά πολύ τα όμοια  προβλήματα  άλλων ευρωπαϊκών χωρών – με εξαίρεση ίσως την Ιρλανδία. Η τεράστια αύξηση του ελλείμματος έχει δημιουργήσει συνθήκες εκρηκτικής ανόδου του δημοσίου χρέους το δε κόστος δανεισμού έχει  ήδη  εκτιναχθεί σε ύψη που δεν μπορεί να αντέξει η οικονομία.
 Παράλληλα, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα ανταγωνιστικότητας, το οποίο όπως είναι φυσικό περιορίζει τις δυνατότητες ταυτόχρονης συμμετοχής της, με συναφείς ρυθμούς, στην παγκόσμια ανάκαμψη. Η παραγωγή παραμένει καθηλωμένη σε παραδοσιακούς κλάδους έντασης εργασίας με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτη στον ανταγωνισμό των  πολύ κοντινών μας  χωρών χαμηλού εργατικού κόστους.
 Η απουσία ρηξικέλευθων μεταρρυθμίσεων διαρθρωτικού χαρακτήρα τα τελευταία χρόνια φέρεται ως η κατεξοχήν υπεύθυνη συνθήκη για την επιδείνωση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας.
Αν και η ελληνική οικονομία αποτελεί μόλις το 2 και κάτι % της ευρωζώνης,  το δε δημόσιο χρέος της Ελλάδας περιορίζεται σε ένα επίσης ασήμαντο ποσοστό  του συνολικού χρέους των χωρών της ζώνης του ευρώ, στις προθεσμιακές αγορές η πιθανότητα χρεοκοπίας της χώρας μας ανήλθε σε υψηλά ποσοστά εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού. Το «ελληνικό πρόβλημα» πήρε διεθνείς διαστάσεις.
Κεντρική ευθύνη για αυτήν την αρνητική εξέλιξη φέρουν όλες οι  κυβερνήσεις των τελευταίων ετών. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση η επάνοδος σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης επιβάλλει την άσκηση επιθετικών  πολιτικών τόσο για την άμεση αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος όσο και για την υστέρηση της ανταγωνιστικότητας.
Η δημοσιονομική εξυγίανση που επιδιώχθηκε το τελευταίο χρονικό διάστημα δεν ήταν όσο έπρεπε άμεση και επιθετική. Η μείωση του ελλείμματος  στηρίχτηκε σε νέες φορολογίες και όχι στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής (συνολικά από άμεσους και έμμεσους φόρους και με κριτήριο τον μέσο κοινοτικό όρο στην Ελλάδα καταγράφονται απώλειες εσόδων ύψους 15,75 δισ. ευρώ περίπου ετησίως) και της σπατάλης στο δημόσιο.
Στους τομείς  ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας  της οικονομίας της χώρας δηλαδή  της μετάβασης από τις επικρατούσες σήμερα συνθήκες, στην οικονομία της γνώσης, σε νέες τεχνολογίες, σε προηγμένα σχήματα οργάνωσης κλπ οι όποιες  πρωτοβουλίες έχουν αναληφθεί  δεν είναι  ενθαρρυντικές. Καταρτισμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ανάπτυξη της έρευνας, θεσμικό και διοικητικό περιβάλλον που ευνοεί την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, είναι οι μόνες αναγκαίες προϋποθέσεις μιας νέας  διατηρήσιμης  και με ουσιαστικό περιεχόμενο αναπτυξιακής πολιτικής.
 Σημαντικά ακόμη εργαλεία και  για τη δημοσιονομική εξυγίανση και για την αναβάθμιση του παραγωγικού δυναμικού αποτελούν οι  ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος και τους θεσμούς. Κομματισμός, αναξιοκρατία, γραφειοκρατία, διαφθορά, κατάχρηση εξουσίας κλπ υποθάλπουν τη φοροδιαφυγή, οδηγούν σε κατασπατάληση των πόρων,  καταπνίγουν την επιχειρηματικότητα.
 Οι διευρυνόμενες τα τελευταία χρόνια ανισότητες και η υποβάθμιση της παιδείας και του κοινωνικού κράτους θα πρέπει να αποτελέσουν   το επίκεντρο μιας ουσιαστικής επιτέλους φορολογικής μεταρρύθμισης που να στοχεύει και στην δικαιότερη  αναδιανομή του εισοδήματος. Παράλληλα, θα πρέπει να ανασυγκροτηθεί το κοινωνικό κράτος, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας και της απασχόλησης, ώστε να βελτιωθούν οι προσφερόμενες υπηρεσίες και να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη.
 Η συμμετοχή της χώρας μας στην  Ευρωζώνη συνεπάγεται ένα  ισχυρό πλεονέκτημα ιδίως κάτω από  εδραιωμένες  συνθήκες σταθερότητας και παγίωσης του απαραίτητου κλίματος εμπιστοσύνης. Όμως, η αξιοποίηση αυτού του πλεονεκτήματος προϋποθέτει διαρθρωτικές αλλαγές  προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού αλλά και του παγκόσμιου ανταγωνισμού με ταυτόχρονη διαφύλαξη της αναγκαίας  κοινωνικής συνοχής.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ζούμε το τέλος μιας εποχής στην παγκόσμια οικονομία. Το τέλος μιας ιδιαίτερης  εποχής κατά  την διάρκεια της όποιας υπήρξε απόλυτη  κυριαρχία των αγορών χρήματος και κεφαλαίου και μάλιστα με χαλαρή έως ανύπαρκτη εποπτεία, με ελάχιστες έως μηδενικές δυνατότητες κρατικών  παρεμβάσεων, με αστρονομικές αμοιβές στελεχών , με  ανάληψη υπερβολικών κινδύνων, με περιορισμένη έως μηδενική διαφάνεια.
 Ολόκληρος ο κόσμος αυτός φαίνεται να καταρρέει στις μέρες μας αλλά  με σημαντικές αρνητικές συνέπειες τόσο   για την παγκόσμια οικονομία όσο  και τους πολίτες.
Εκτίμηση της παράταξης  μας είναι ότι η  κρίση οφείλει να λειτουργήσει  και ως ένα ισχυρό στοιχείο αφύπνισης για ριζοσπαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και πρωτοβουλίες, προκειμένου να δημιουργηθούν  προϋποθέσεις επανεκκίνησης της οικονομίας στην κατεύθυνση μιας  διατηρήσιμης ανάπτυξης και προοπτικής.
 Χρειαζόμαστε, η χώρα μας χρειάζεται επειγόντως, ένα διαφορετικό δημόσιο τομέα:
• μικρότερο σε μέγεθος,
• όχι σπάταλο,
• μη γραφειοκρατικό,
• ανταποδοτικό στις υπηρεσίες και αποτελεσματικό στο θεσμικό του ρόλο,
Παράλληλα, σε μια χώρα που φιγουράρει στις πρώτες θέσεις τουριστικού προορισμού όπως η Ελλάδα, δεν νοείται ανάπτυξη του ποιοτικού τουρισμού χωρίς τη σύνδεσή του με τον πολιτισμό, την παράδοση,  το σεβασμό και την προστασία του περιβάλλοντος.
Όλοι συμφωνούμε ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα άκαμπτο και εξαιρετικά δυσκίνητο κράτος, με γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, που αντί να διευκολύνουν, αποτρέπουν τις μεγάλες επενδυτικές προσπάθειες, αποθαρρύνουν τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, στερώντας έτσι από τη χώρα την κινητοποίηση των εγχώριων επενδυτικών πόρων και την εισροή σημαντικών επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, εξελίξεις δηλ. που θα είχαν ευεργετική επίδραση στην απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη.
Ακόμη για μην εξακολουθήσει να  θεωρείται  η οικονομία της χώρας, μια οικονομία με σβηστές μηχανές, διπλά ελλείμματα και ελάχιστη αξιοπιστία, πιστεύουμε  ότι υπάρχει ανάγκη:
•περαιτέρω  ενίσχυσης των έργων υποδομής,
• Προβολής - προώθησης του ποιοτικού και επώνυμου προϊόντος και των αντίστοιχων υπηρεσιών.
• ενός νέου, σύγχρονου χωροταξικού σχεδιασμού,
•  ανάπτυξης σύγχρονων δικτύων,  στις μεταφορές, τις τηλεπικοινωνίες, την
ενέργεια, την υγεία και την ασφάλεια,
Για άλλη μία φορά στην πρόσφατη ελληνική ιστορία το «τι πρέπει να γίνει» είναι σχεδόν αυτονόητο. Το «πώς θα γίνει» όμως δεν είναι καθόλου απλό ,καθώς συμβαίνει δυστυχώς ο μέσος Έλληνας να φωνάζει να αλλάξουν όλα εννοώντας να μην αλλάξει τίποτε.
Γιώργος Αναγνώστου
Επικεφαλής Αξιωματικής αντιπολίτευσης δήμου Άργους – Μυκηνών

Δημήτρης Σκούφης
Δημοτικός Σύμβουλος – τ. δήμαρχος Λυρκείας
Υπεύθ. γραφείου τύπου της δημοτικής παράταξης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου